ἀπομαγδαλίς

ἀπομαγδαλίς
ἀπομαγ-δᾰλίς, ίδος, , = foreg., Eust.1857.17.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἀπομαγδαλίς — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απομαγδαλία — ἀπομαγδαλία κ. ιά, η (AM ἀπομαγδαλίς) ψίχα ψωμιού με την οποία καθάριζαν τα χέρια τους μετά το δείπνο και την έριχναν στους σκύλους. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. απομαγδαλιά, όπως και το μτγν. μαγδαλιά, σχηματίστηκε κατά τα αρμαλιά, φυταλιά κ.ά., ως προς το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”